15.12.10

ΠΕΦΤΕΙ Η ΝΥΧΤΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Εδώ κι αρκετές μέρες θέλω να διηγηθώ μια ιστορία για την άλλη πλευρά της πόλης. Τη σκοτεινή, που κάνουμε πως δε βλέπουμε, πως δεν υπάρχει. Η αλήθεια είναι πως δεν είναι δική μου, αλλά είναι αληθινή. Μου τη διηγήθηκαν με περίσσεια γλαφυρότητας δυο φίλοι, ο Θ.Φ. και ο Γ.Κ., τα ξημερώματα μιας νύχτας, παρέα με λίγο τσίπουρο σε ένα παγκάκι, στο Πασαλιμάνι. Θα μοιραστώ μαζί σας, τώρα, κάποια σημεία της αφήγησης, καθώς τραβάει σε πολύ μάκρος. Πάμε, λοιπόν...

Ήταν Παρασκευή 19 Νοέμβρη, όταν οι δύο φίλοι θα βρισκόντουσαν για ούζα στου Τηνιακού, στη Λ.Αλεξάνδρας. Όταν ο Θ.Φ. πήγαινε προς τα εκεί, συνάντησε στην πορεία αρκετά ευτράπελα με χαρακτηριστικότερο αυτό με τον τοξικομανή. Σε μια στάση, το τρόλεϋ 5 άργουσε να ξεκινήσει και ο φίλος μου είπε να δει τι τρέχει. Γύρω γύρω οικογένειες, παιδιά που έπαιζαν, αδέσποτα σκυλιά. Μπροστά από το τρόλεϋ ήταν ένα παλληκάρι διπλωμένο στα δύο που τέσταρε τη σύριγγα του αν δουλεύει κι εν συνεχεία τη βάρεσε απότομα στο πόδι του. Προφανώς, δεν είχε περισσέψει φλέβα στο χέρι. Ακολουθώντας τη γνωστή διαδικασία, σιγά σιγά άρχισε να μαστουρώνει να πέφτει προς τα πίσω και να παραδίνεται στην παραμύθα. Μετά από λίγη ώρα κατάφερε ντο τρόλεϋ να ξεκινήσει και να πάει τους επιβάτες του στον προορισμό τους, στα θέατρα, τα club και τα σπίτια τους. Οι γύρω κάτοικοι σχεδόν αδιάφοροι, άλλωστε κάθε μέρα τα παιδιά τους αντικρίζουν αυτές τις εικόνες.

Τα γεγονότα που σαν εικόνες, αλλά και στη ρεαλιστική τους βάση, με συγκλόνισαν περισσότερο θα ακολουθήσουν. Όχι ότι δεν έχω συναντήσει παρόμοιες καταστάσεις ή δεν ξέρω τι γίνεται, αλλά να συμβούν τόσα πολλά μέσα σε μία βόλτα στη νυχτερινή Αθήνα, οφείλω να πω πως παραπέμπουν σε κινηματογραφική ταινία. Ο κινηματογράφος μιμείται τη ζωή ή το αντίστροφο; Δύσκολο να απαντήσω.

Ύστερα από το τσιμπούσι που στήθηκε στου καταραμένου, για την παρέα, Τηνιακού, οι δύο φίλοι είχαν την εμπνευσμένη ιδέα να φύγουν από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας και να μεταβούν με τα πόδια στου Ψυρρή. Το πρώτο αξιοσημείωτο δεν άργησε να συμβεί. Μετά από κάνα δεκάλεπτο περπατήματος, λαμβάνει χώρα ένα κωμικοτραγικό σκηνικό σχεδόν σουρεαλιστικό. Ένας τοξικομανής σταματάει τα παιδιά για να ζητήσει τσιγάρο και αρχίζει και τους λέει ιστορίες (ενώ βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση). Ότι δήθεν ένας κοντός, πρεζόνι του έκλεψε τα λεφτά όταν πήγε στο περίπτερο να πάρει τσιγάρα και ύστερα άρχισε να κατηγορεί την κατάσταση με τα πρεζόνια που κυκλοφορούν και ενοχλούν τον υπόλοιπο κόσμο, συμπεριλαμβάνοντας και τον εαυτό του στους "υγιείς" (Δυστυχώς μέσω του γραπτού λόγου δε μεταφέρονται κινήσεις και φωνή).

Δεύτερος αξιοσημείωτος σταθμός η Ομόνοια. Σαστισμένοι οι δύο φίλοι κοίταζαν την άδεια, από κόσμο, κεντρική πλατεία. Προχωρώντας λίγο παρακάτω, βλέπουν τρία σταματημένα περιπολικά στην αρχή της Αθηνάς. Γυρίζουν πίσω και στα σκαλιά του ηλεκτρικού 15-20 ζωντανοί-νεκροί και κάνα δυο που βαρούσαν πρέζα εκείνη τη στιγμή. Τελικά, δεν ήταν όλα τόσο αφύσικα όσο φαίνονταν αρχικά. Προσπερνώντας τα περιπολικά και τους ένστολους, στην πρώτη στοά πάνω στην Αθηνάς, αντικρίζουν γύρω στα 50 άτομα, τον ένα πάνω στον άλλο, άλλοι μαστουρωμένοι, άλλοι dealers που έπαιζαν ξύλο, γκόμενες που προσπαθούσαν να πηδήξουν κάποιοι απ'αυτούς. Μου περιέγραψε τη σκηνή, ο Θ.Φ. σαν σεκάνς από ταινία με ζόμπι. Και η αλήθεια είναι πως εδώ και καιρό, αναρωτιέμαι μήπως τα ζόμπι δημιουργήθηκαν σαν προέκταση και αναπαράσταση των ναρκομανών, αλλά δεν έχω ιδέα.

Φυσικά, βλέποντας αυτή τη στοά και σχεδόν ανατριχιασμένοι, έβαλαν βήμα ταχύ για να απομακρυνθούν νιώθοντας και συζητώντας την τραγική υποκρισία μιας ασυνομίας και μιας κοινωνίας, εν γένει, που αντί να αντιμετωπίζει τα προβλήματα, απλά τα μαντρώνει και κάνει τα στραβά μάτια. Καθώς, προχωρούσαν και μιλούσαν συνάντησαν ουκ ολίγες ασχήμιες, όπως μια γυναίκα πιωμένη που είχε πέσει κατάχαμα με το κεφάλι της προς τα πίσω, μετέωρο και τον αυχένα της να ακουμπά οριακά σε ένα σαμαράκι (δε λέγεται έτσι, αλλά πιστεύω να καταλάβατε).

Αλλά για να μη μακρυγορούμε, ας πάμε στο κυρίως πιάτο της βραδιάς. Λίγα μέτρα πιο κάτω από το μαγαζί "Ψύρρα" στη Μιαούλη. Ναι, σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας. Οι εθνικότητες που θα αναφερθούν παρακάτω είναι για μια όσο το δυνατόν πιο πιστή εικόνα και σε καμία περίπτωση ρατσιστική προπαγάνδα. Εκεί, λοιπόν, οι δύο φίλοι μου αισθάνονταν μια περίεργη ατμόσφαιρα. Ήταν κι ένα τζιπάκι με φιμέ τζάμια που οδηγούσε προκλητικά, σαν να γύρευαν καβγά. Και η αλήθεια είναι μάλλον αυτή.

Ήταν 5 αγόρια και 2 κοπέλες (πολύ προκλητικά ντυμένες) οι οποίοι είχαν καταναλώσει αρκετά μπουκάλια αλκοόλ. Από μπροστά τους, σε μία από τις πολλές γύρες του, πέρασε το προαναφερθέν τζιπάκι. Ένας από τους τύπους που ήταν μέσα, κάτι πρόστυχο είπε προς τη μία κοπέλα. Τα αγόρια μεθυσμένα κι επιδεικνύοντας τον ανδρισμό τους, απάντησαν εξίσου μη κόσμια. Το τζιπάκι σταμάτησε. Τα 5 αγόρια και οι επιβαίνοντες (είχε βουλγαρικές πινακίδες, οπότε προφανώς Βούλγαροι) άρχισαν να έρχονται στα χέρια. Να σημειώσουμε πως δεν είχαν βγει από το αμάξι. Μετά από ελάχιστη ώρα συμπλοκής, ένας τύπος από το τζιπάκι βγάζει όπλο κι αρχίζει να τους σημαδεύει (συν τους δυο φίλους που βρισκόταν από πίσω και παρακολουθούσαν παγωμένοι). Ευτυχώς για την ώρα, δεν πυροβόλησε και το τζιπάκι άρχισε να απομακρύνεται, αλλά η μεθυσμένη ελληνική τιμή δε μπορούσε να αποχωρήσει και να προφυλαχθεί, κι έτσι τα 5 αγόρια ακολούθησαν το τζιπάκι και άρχισαν να χτυπάνε το πίσω τζάμι. Σε ένα από τα παρακάτω στενά, σταματάει το τζιπάκι, κατεβαίνουν οι επιβαίνοντες με σιδερογροθιές, αλυσίδες και λοστούς κι αρχίζουν να κοπανάνε ανελέητα τα 5 αγόρια. Κόσμος αρχίζει και εμφανίζεται, φωνές και ουρλιαχτά και οι βούλγαροι κακοποιοί παρατάνε την ξυλοκόπηση και εξαφανίζονται στα γύρω στενά. Τα 5 αγόρια επιστρέφουν στη Μιαούλη αιμόφυρτα, μελανιασμένα και με ανοιγμένα κεφάλια. Τα πρόσωπα πλημμυρισμένα με αίμα και η λογική σκέψη έχει δώσει τη θέση της σε ένα θολό συνειρμικό λόγο. Ο Γ.Κ. σκέφτηκε να φύγουν, αλλά ο Θ.Φ. θεώρησε πως έπρεπε να βοηθήσουν και τελικά έμειναν.

Οι φίλοι μου κάλεσαν την αστυνομία και το 166. Άρχισαν να συνομιλούν με τα χτυπημένα αγόρια και τις τρεμάμενες κοπέλες. Δύο άτομα (ένας θηριώδης τύπος κι ένας κοντός) έκανα λίγο πιο πέρα την εμφάνιση τους και συνομιλούσαν στα αγγλικά με κάποιον άλλο. Ένα από τα χτυπημένα αγόρια γυρίζει προς το μέρος του και του επιτίθεται λεκτικά για την καταγωγή του και για το ότι θα πρέπει να ξεκουμπιστούν. Οι δύο τύποι, μάλλον Πολωνοί, πηγαίνουν έτοιμοι να σπάσουν στο ξύλο την αιμόφυρτη παρέα. Οι δύο φίλοι μου έχουν την εντύπωση πως οι δύο συγκεκριμένοι βρίσκονταν μπροστά και στη φάση της προηγούμενης συμπλοκής. Παρέα με ένα ζευγάρι που είχε βρεθεί εκεί, μπαίνουν στη μέση για να αποτρέψουν μια νέα σύγκρουση και με εντάσεις και αρκετή δυσκολία τα καταφέρνουν. Και πάνω που τα πράγματα αρχίζουν να ηρεμούν, εμφανίζεται ένας μελαμψός άνδρας (πιθανότατα από το Μπαγκλαντές) και αναζωοπυρώνει τα πνεύματα λέγοντας πως "κι εμείς έχουμε πιει κι εμείς μπορούμε να κάνουμε τσαμπουκά" προκαλώντας και τους δύο Πολωνούς και για πολλοστή φορά μια σύγκρουση έτοιμη να αποβεί θανατηφόρα, προ των πυλών. Ευτυχώς, μετά από λίγο ηρεμούν τα πνεύματα και οι τρεις τύποι αποχωρούν.

Μία ώρα έχει περάσει. Ασθενοφόρο και αστυνομία πουθενά. Βλέπετε, δεν υπάρχει λόγος να λειτουργεί η ομάδα ΔΙΑΣ 2-6 τα ξημερώματα. Τι μπορεί να γίνει σε ώρα κοινής ησυχίας; Με μεγάλη δόση τύχης παρέμεναν στη ζωή τα 5 αγόρια και η μία από τις δύο κοπέλες είχε λιποθυμήσει. Τότε ήταν που "σκάει" από το πουθενά ένας νέος τοξικομανής που φωνάζει "ζαμπόν, ζαμπόν, έχει κανείς ζαμπόν;" Φυσικά, δεν εννοούσε χοιρινό κομμάτι κρέατος, αλλά τη λευκή ηρωίνη που αποκαλείται έτσι, όπως και ρούχλα, ζουζού, παραμύθα και τόσα άλλα. Κάποιος του απάντησε "πήγαινε στην Ομόνοια ρε φίλε". Και αποκρίθηκε "όχι ρε φιλαράκι, μη με τρέχεις εκεί πέρα". Αρχίζει να απομακρύνεται, όταν ξαφνικά ξαναγυρίζει και λέει στους τραυματισμένους "μπούμπλε θέλετε, έχω μπούμπλε". Του λέει απηυδισμένος ο Θ.Φ. "ρε φίλε, δε βλέπεις σε τι κατάσταση είμαστε, τι θέλεις;" Κάνει να ξαναφύγει, μα γυρίζει και τους αναφέρει "Σέο, θέλει κανείς σέο;". Δεν απαντάνε, απλά τον κοιτάνε σε στυλ "πλάκα μας κάνεις;" και τους λέει "πάντως παιδιά μη βαρέσετε ποτέ ένεση. Μυτιές μόνο, μυτιές." και αρχίζει να απομακρύνεται, αλλά στρέφει το κεφάλι και λέει (με παράφραση) "πάντως, αφού βρήκα μια φλεβίτσα σήμερα, μη την αφήσω να πάει χαμένη" και παίρνει το δρόμο προς την Ομόνοια, προφανώς.

Και σίγουρα θα αναρωτιέστε πως τελείωσε η βραδυά. Μην ανησυχείτε! Η αστυνομία δεν ήρθε ποτέ. Δόξα τω Θεώ, οι ένστολοι φίλοι μας κοιμήθηκαν ήσυχοι και δεν κινδύνευσαν. Τώρα αν, εν δυνάμει, κινδύνευσαν όλοι οι πολίτες της χώρας δεν πειράζει. Αυτοί φταίνε που έχουν το θράσος να κυκλοφορούν στην πόλη τους. "Να κλειστούν στα σπίτια τους να βλέπουν τηλεόραση! " Έτσι θα έλεγε και ο εθνικός ευεργέτης Πατακός αν κυβερνούσε σήμερα. Κάτι τέτοιο λένε και σχεδόν όλοι οι πολιτικοί. Όχι με λόγια, αλλά με πράξεις.

Το ασθενοφόρο έφτασε μετά από περίπου 1.5 με 2 ώρες καθυστέρηση και παρέλαβε τους χτυπημένους ζωντανούς. Γιατί, άλλωστε, από τύχη ζούμε...

Δεν υπάρχουν σχόλια: